Δείτε επίσης: βασιλεία
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βασίλεια οι Βασίλειες
      γενική της Βασίλειας των Βασιλειών
    αιτιατική τη Βασίλεια τις Βασίλειες
     κλητική Βασίλεια Βασίλειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βασίλεια θηλυκό

  1. χωριό της Κύπρου στο κατεχόμενο από τους Τούρκους τμήμα της (Επαρχία Κερύνειας) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
  2. γυναικείο όνομα

Μεταφράσεις

επεξεργασία



 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
Βᾰσῐλεια-
ονομαστική Βασίλει αἱ Βασίλειαι
      γενική τῆς Βασιλείᾱς τῶν Βασιλειῶν
      δοτική τῇ Βασιλεί ταῖς Βασιλείαις
    αιτιατική τὴν Βασίλειᾰν τὰς Βασιλείᾱς
     κλητική ! Βασίλει Βασίλειαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Βασιλεί
γεν-δοτ τοῖν  Βασιλείαιν
1η κλίση, Κατηγορία 'βοήθεια' όπως «βοήθεια» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Βασίλεια < βασίλεια, θηλυκό του βασιλεύς

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βασίλεια, -ας θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία