regado
Εσπεράντο (eo)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | regado | regadoj |
αιτιατική | regadon | regadojn |
regado (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | regado | regadoj |
αιτιατική | regadon | regadojn |
regado (eo)