Δείτε επίσης: -ποιΐα, ποια, ποία, ποῖα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -ποιία οι -ποιίες
      γενική της -ποιίας των -ποιιών
    αιτιατική τη(ν) -ποιία τις -ποιίες
     κλητική -ποιία -ποιίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

-ποιία < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -ποιΐα < -ποιός < ποιέω[1][2]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /piˈi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: -ποι‐ί‐α

  Επίθημα επεξεργασία

-ποιία θηλυκό

Σύνθετα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. -ποιία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. -ποιίαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

-ποιία < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -ποιΐα

  Επίθημα επεξεργασία

-ποιία θηλυκό

Σύνθετα επεξεργασία