↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φίλντισι τα φίλντισια
      γενική του φιλντισιού των φιλντισιών
    αιτιατική το φίλντισι τα φίλντισια
     κλητική φίλντισι φίλντισια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Ο πληθυντικός, σπάνιος, λογοτεχνικός
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φίλντισι < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική فیل دیشی (fil dişi) (τουρκικά fildişi) < فیل (fil, ελέφαντας) + دیش (diş, δόντι) + κατάληξη ی (-i)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈfil.di.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φίλ‐ντι‐σι


  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φίλντισι ουδέτερο

  1. ελεφαντόδοντο, ελεφαντοστό
  2. (καταχρηστικά) το μάργαρο, σεντέφι

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία