τσέρκι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | τσέρκι | τα | τσέρκια |
γενική | του | τσερκιού | των | τσερκιών |
αιτιατική | το | τσέρκι | τα | τσέρκια |
κλητική | τσέρκι | τσέρκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1
επεξεργασία- τσέρκι < (άμεσο δάνειο) ιταλική cerchi (πληθυντικός του αρσενικού cerchio, που θεωρήθηκε ουδέτερο στον ενικό)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /t͡seɾˈci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τσέρ‐κι
Ουσιαστικό
επεξεργασίατσέρκι ουδέτερο (λαϊκότροπο)
- μεταλλικό στεφάνι που συγκρατεί τα ξύλα των βαρελιών
- βιομηχανοποιημένος ημίσκληρος πλαστικός ιμάντας που χρησιμοποιείται για δέσιμο και σφίγγεται με μηχάνημα
- (κατ’ επέκταση) το μηχάνημα που σφίγγει το τσέρκι
- (παλιό παιχνίδι) μεταλλικό ή ξύλινο στεφάνι· τα παιδιά έκαναν αγώνα ποιο θα κυλήσει ταχύτερα το στεφάνι, ωθώντας το είτε με τα χέρια, είτε με ένα ξύλο.
- ※ Κύλαγε το τσέρκι στην οδό Φυλής […] (στίχος από το τραγούδι του Λευτέρη Παπαδόπουλου Γέλαγε η Μαρία)
- ※ Επειδή σ' αγαπώ, ξαναβγαίνω με τσέρκι στους δρόμους […] (στίχος από το τραγούδι του Λευτέρη Παπαδόπουλου Επειδή σ'αγαπώ)
- (κουζινικά) φόρμα ζαχαροπλαστικής που συγκρατεί περιμετρικά το γλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία στρογγυλό μεταλλικό στήριγμα
τσέρκι για γλυκά, κέικ
Πηγές
επεξεργασία- τσέρκι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- τσέρκι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- τσέρκι : προέλευσης από την οθωμανική τουρκική
Ουσιαστικό
επεξεργασίατσέρκι ουδέτερο
- (ιδιωματικό) ο χαρταετός, ειδικά στην περιοχή των Βουρλών της Μικράς Ασίας
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Δημήτριος Σ. Λουκάτος, Πασχαλινά και της άνοιξης (Αθήνα: Φιλιππότης, 1980), σ. 23, υποσ. 7. Πρβ. Ν.Ε. Μηλιώρης, «Ιστορικά και λαογραφικά των Βουρλών σύμμεικτα», Μικρασιατικά Χρονικά 6 (1955), σσ. 222-267, ιδίως 254-257.