↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τοξικολογία οι τοξικολογίες
      γενική της τοξικολογίας των τοξικολογιών
    αιτιατική την τοξικολογία τις τοξικολογίες
     κλητική τοξικολογία τοξικολογίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τοξικολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική toxicologie[1] [2] ή λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική toxicology[1] < αρχαία ελληνική τόξον + λέγω

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τοξικολογία θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 τοξικολογίαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  2. τοξικολογία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας