• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συνεννόηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συνεννόηση οι συνεννοήσεις
      γενική της συνεννόησης* των συνεννοήσεων
    αιτιατική τη συνεννόηση τις συνεννοήσεις
     κλητική συνεννόηση συνεννοήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, συνεννοήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
συνεννόηση < συνεννοούμαι + -ση

Ουσιαστικό

επεξεργασία

συνεννόηση θηλυκό

  • η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού συνεννοούμαι
    1. ο διάλογος, συζήτηση μεταξύ δύο η περισσότερων μερών, προκειμένου να παρθεί μια απόφαση
    2. η επικοινωνία
    3. η αλληλοκατανόηση

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ασυνεννοησία
  • ενδοσυνεννόηση
  • προσυνεννόηση
  • → δείτε τη λέξη συνεννοούμαι

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    συνεννόηση
  • αγγλικά : communication (en), understanding (en)
  • γαλλικά : accord (fr), entente (fr), pacte (fr), concertation (fr), compréhension (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συνεννόηση&oldid=7001863"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Ιανουαρίου 2025, στις 12:34

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Ιανουαρίου 2025, στις 12:34.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας