• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συνάθροιση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συνάθροιση οι συναθροίσεις
      γενική της συνάθροισης* των συναθροίσεων
    αιτιατική τη συνάθροιση τις συναθροίσεις
     κλητική συνάθροιση συναθροίσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, συναθροίσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
συνάθροιση < αρχαία ελληνική συνάθροισις

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /siˈna.θɾi.si/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

συνάθροιση θηλυκό

  • η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του συναθροίζω, συγκέντρωση, μάζωξη πολλών ατόμων

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις συναθροίζω, αθροίζω και αθρόος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    συνάθροιση
  • αγγλικά : gathering (en), assembly (en), aggregation (en)
  • γαλλικά : rassemblement (fr), regroupement (fr), cumul (fr), agrégation (fr)
  • ρωσικά : агрегация (ru)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συνάθροιση&oldid=5517142"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 01:21

Γλώσσες

    • English
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 01:21.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας