↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σκηνογραφικός η σκηνογραφική το σκηνογραφικό
      γενική του σκηνογραφικού της σκηνογραφικής του σκηνογραφικού
    αιτιατική τον σκηνογραφικό τη σκηνογραφική το σκηνογραφικό
     κλητική σκηνογραφικέ σκηνογραφική σκηνογραφικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σκηνογραφικοί οι σκηνογραφικές τα σκηνογραφικά
      γενική των σκηνογραφικών των σκηνογραφικών των σκηνογραφικών
    αιτιατική τους σκηνογραφικούς τις σκηνογραφικές τα σκηνογραφικά
     κλητική σκηνογραφικοί σκηνογραφικές σκηνογραφικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σκηνογραφικός < ελληνιστική κοινή σκηνογραφικός < σκηνογράφος < αρχαία ελληνική σκηνή + γράφω ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική scénographique[1])

  Επίθετο

επεξεργασία

σκηνογραφικός

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία