πρόσκληση
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- πρόσκληση < αρχαία ελληνική πρόσκλησις < προσκαλέω < πρός + καλέω ((σημασιολογικό δάνειο) γαλλική invitation)
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
πρόσκληση θηλυκό
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του προσκαλώ
- κάλεσμα
- (επίσημο) έγγραφο καλέσματος ή ελεύθερης εισόδου κάπου
Επεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
πρόσκληση
|