προτελευταίος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- προτελευταίος < προ- + τελευταίος
Επίθετο
επεξεργασία
προτελευταίος
- που βρίσκεται πριν από τον τελευταίο
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις προ και τελευταίος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προτελευταίος
|