↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο περικυκλωμένος η περικυκλωμένη το περικυκλωμένο
      γενική του περικυκλωμένου της περικυκλωμένης του περικυκλωμένου
    αιτιατική τον περικυκλωμένο την περικυκλωμένη το περικυκλωμένο
     κλητική περικυκλωμένε περικυκλωμένη περικυκλωμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι περικυκλωμένοι οι περικυκλωμένες τα περικυκλωμένα
      γενική των περικυκλωμένων των περικυκλωμένων των περικυκλωμένων
    αιτιατική τους περικυκλωμένους τις περικυκλωμένες τα περικυκλωμένα
     κλητική περικυκλωμένοι περικυκλωμένες περικυκλωμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

περικυκλωμένος, -η, -ο

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία