παραφυσικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραφυσικός, -ή, -ό
- που δε μπορεί να εξηγηθεί με την επιστημονική μέθοδο, υπερφυσικός
Εκφράσεις
επεξεργασία- παραφυσικό φαινόμενο/παραφυσική δραστηριότητα: πλαστό ή αλλοιωμένο γεγονός, προϊόν θεωρίας συνωμοσίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία παραφυσικός