παραγνώρισμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- παραγνώρισμα < παραγνωρίζω + -μα
Ουσιαστικό επεξεργασία
παραγνώρισμα ουδέτερο
- το αποτέλεσμα του παραγνωρίζω
- ο σχηματισμός λανθασμένης αντίληψης για κάτι
- η μη αναγνώριση κάποιου προσώπου ή πράγματος
- η πολύ καλή γνωριμία με κάποιον και η οικεία συμπεριφορά που έχω προς αυτόν
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις παραγνωρίζω και γνωρίζω
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραγνώρισμα
|