παράλλος
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | παράλλος | η | παράλλη | το | παράλλο |
γενική | του | παράλλου | της | παράλλης | του | παράλλου |
αιτιατική | τον | παράλλο | την | παράλλη | το | παράλλο |
κλητική | παράλλε | παράλλη | παράλλο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | παράλλοι | οι | παράλλες | τα | παράλλα |
γενική | των | παράλλων | των | παράλλων | των | παράλλων |
αιτιατική | τους | παράλλους | τις | παράλλες | τα | παράλλα |
κλητική | παράλλοι | παράλλες | παράλλα | |||
Κατηγορία όπως «ξένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαράλλος, -η, -ο
- (προφορικό) ο διαφορετικός άλλος, ο παραδιπλανός, ο μεθεπόμενος
- ⮡ Τι την άλλη και την παράλλη Τετάρτη μου λες; Τη Δευτέρα θα μου τα φέρεις!
- → χρειάζεται παράθεμα
- άλλες μορφές: παραάλλος
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία παράλλος
|
Πηγές
επεξεργασία- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)