παράλλαξις
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | παράλλαξῐς | αἱ | παραλλάξεις |
γενική | τῆς | παραλλάξεως | τῶν | παραλλάξεων |
δοτική | τῇ | παραλλάξει | ταῖς | παραλλάξεσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | παράλλαξῐν | τὰς | παραλλάξεις |
κλητική ὦ! | παράλλαξῐ | παραλλάξεις | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | παραλλάξει | ||
γεν-δοτ | τοῖν | παραλλαξέοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπαράλλαξις θηλυκό
- η μεταβολή θέσης, εναλλαγή
- (ειδικότερα) μεταβολή προς το χειρότερο, η χειροτέρευση
- (ελληνιστική σημασία) (αστρονομία) η παράλλαξη
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς σελήνης 7.126@perseus.tufts.edu, @Βικιθήκη
- ὁ Σύλλας εἶπεν/ […] ἢ διαστροφὴ μεγάλη καὶ παράλλαξις ἔσται τῆς γωνίας, ὅπερ ἀδύνατόν ἐστιν
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ↴ γαλλικά: parallaxe
- ↴ αγγλικά: parallax
- ⇘ νέα ελληνικά: παράλλαξη
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Περὶ τοῦ ἐμφαινομένου προσώπου τῷ κύκλῳ τῆς σελήνης 7.126@perseus.tufts.edu, @Βικιθήκη
Πηγές
επεξεργασία- παράλλαξις - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- παράλλαξις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- παραλάσσω - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.