πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ουροδοχείο τα ουροδοχεία
      γενική του ουροδοχείου των ουροδοχείων
    αιτιατική το ουροδοχείο τα ουροδοχεία
     κλητική ουροδοχείο ουροδοχεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /u.ɾo.ðoˈçi.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ουροδοχείο

Ουσιαστικό

επεξεργασία