νικέλινος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /niˈce.li.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νι‐κέ‐λι‐νος
Επίθετο
επεξεργασίανικέλινος, -α, -ο
- φτιαγμένος από νικέλιο
- άλλες μορφές: νικελένιος (προφορικό)
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ νικέλινος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας