Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
nickelé
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
γένος
ενικός
πληθυντικός
αρσενικό
nickelé
nickelés
θηλυκό
nickelée
nickelées
Επίθετο
επεξεργασία
nickelé
(fr)
νικέλινος
επινικελωμένος
Εκφράσεις
επεξεργασία
avoir les pieds nickelés
pied nickelé