μητροπολίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μητροπολίτης < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή μητροπολίτης
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mi.tɾo.poˈli.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μη‐τρο‐πο‐λί‐της}}
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμητροπολίτης αρσενικό
Υπερώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- μητροπολιτικός
- → δείτε μητρόπολη, μητρο-, πολίτης, πόλη
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μητροπολίτης
Πηγές
επεξεργασία- μητροπολίτης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- μητροπολίτης - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- μητροπολίτης - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- μητροπολίτης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.