• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μητροκτόνος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Δείτε επίσης
      • 1.3.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η μητροκτόνος οι μητροκτόνοι
      γενική του/της μητροκτόνου των μητροκτόνων
    αιτιατική τον/τη μητροκτόνο τους/τις μητροκτόνους
     κλητική μητροκτόνε μητροκτόνοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μητροκτόνος < αρχαία ελληνική μητροκτόνος < μητρο- ( < μήτηρ) + -κτόνος < (κτείνω)

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mi.tɾoˈkto.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός : μη‐τρο‐κτό‐νος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μητροκτόνος αρσενικό ή θηλυκό

  • που έχει σκοτώσει τη μητέρα του

Συγγενικά

επεξεργασία
  • μητροκτονία

→ και δείτε τις λέξεις μητέρα και κτείνω

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • πατροκτόνος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    μητροκτόνος
  • αγγλικά : matricide (en)
  • γαλλικά : matricide (fr)
  • ισπανικά : matricida (es)
  • πολωνικά : matkobójca (pl)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μητροκτόνος&oldid=5491841"
Τελευταία επεξεργασία στις 1 Φεβρουαρίου 2022, στις 04:11

Γλώσσες

    • Polski
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 1 Φεβρουαρίου 2022, στις 04:11.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας