μεταπολιτικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μεταπολιτικός < μεταπολιτική + -ός
Προφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαμεταπολιτικός, -ή, -ό
- (πολιτική) που έχει σχέση με τη μεταπολιτική ή αναφέρεται σ’ αυτή
- (ουσιαστικοποιημένο) μεταπολιτική
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μεταπολιτικός
|