μεταπολιτευτικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μεταπολιτευτικός < μεταπολίτευση + -τικός
Επίθετο
επεξεργασίαμεταπολιτευτικός, -ή, -ό
- που έχει σχέση με την μεταπολίτευση, ανήκει σ’ αυτήν ή αναφέρεται σ’ αυτή
Συγγενικά
επεξεργασία- μεταπολιτευτικά
- → δείτε τις λέξεις μεταπολίτευση, μετά, πολίτης και πόλη
Μεταφράσεις
επεξεργασία μεταπολιτευτικός
|