μεταλυκειακός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαμεταλυκειακός
- που αφορά εκπαιδευτική βαθμίδα μετά το λύκειο
- που γίνεται ή συμβαίνει σε χρονική στιγμή μετά από τη φοίτηση στο λύκειο
Αντώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μεταλυκειακός
|