Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μελίφθογγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μελίφθογγ
ος
η
μελίφθογγ
η
το
μελίφθογγ
ο
γενική
του
μελίφθογγ
ου
της
μελίφθογγ
ης
του
μελίφθογγ
ου
αιτιατική
τον
μελίφθογγ
ο
τη
μελίφθογγ
η
το
μελίφθογγ
ο
κλητική
μελίφθογγ
ε
μελίφθογγ
η
μελίφθογγ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μελίφθογγ
οι
οι
μελίφθογγ
ες
τα
μελίφθογγ
α
γενική
των
μελίφθογγ
ων
των
μελίφθογγ
ων
των
μελίφθογγ
ων
αιτιατική
τους
μελίφθογγ
ους
τις
μελίφθογγ
ες
τα
μελίφθογγ
α
κλητική
μελίφθογγ
οι
μελίφθογγ
ες
μελίφθογγ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
μελίφθογγος
<
αρχαία ελληνική
μελίφθογγος
<
μέλι
+
φθόγγος
Επίθετο
επεξεργασία
μελίφθογγος
(
λόγιο
) που έχει πολύ
ωραία
φωνή
Συνώνυμα
επεξεργασία
καλλικέλαδος
καλλίφωνος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μελίφθογγος
→
δείτε
τη λέξη
καλλίφωνος