Δείτε επίσης: κόλλα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κόλα οι κόλες
      γενική της κόλας
    αιτιατική την κόλα τις κόλες
     κλητική κόλα κόλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈko.la/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κό‐λα
ομόηχο: κόλλα
τονικό παρώνυμο: κολλά


  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

κόλα < πιθανόν, παραφθορά της ελληνιστικής λέξης πρωτόκολλον (πρώτη σελίδα περιεχομένων που κολλούσαν στην αρχή του βιβλίου) ή από την μεταγενέστερη χρήση της λέξης πρωτόκολλο[1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κόλα θηλυκό

  • φύλλο χαρτιού
    γράψ' το σε παρακαλώ σε μια κόλα αναφοράς
    ούτε καταλάβαμε για πότε μας έμπλεξε και μας τύλιξε σε μια κόλα χαρτί (κυριολεκτικά: σε μια γραπτή μήνυση)
    στον τελικό διαγωνισμό δυστυχώς παρέδωσε λευκή κόλα (δεν έγραψε τίποτα)

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

κόλα < αγγλική cola < από τον όρο kola στη γλώσσα Τέμνε της περιοχής Νιγηρίας-Κονγκό (ονομασία δένδρου και καρπού του από τη Δυτική Αφρική, το εκχύλισμα του οποίου περιέχεται σε γνωστό αναψυκτικό)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κόλα θηλυκό

  1. μέρος του ονόματος γνωστού αναψυκτικού, αλλά και άλλων ανταγωνιστικών παρόμοιων προϊόντων
    → δείτε τη λέξη Κόκα κόλα, → δείτε τη λέξη Πέπσι κόλα
  2. δένδρο της Δυτικής Αφρικής
  3. καρπός του ομώνυμου δένδρου της Δυτικής Αφρικής (εκχύλισμα του οποίου περιέχεται στο γνωστό αναψυκτικό)

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 3 επεξεργασία

κόλα < κόλο (αναφερόμενο και κόλλο) < ιταλική collo (πακέτο)

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

κόλα ουδέτερο (και κόλλα)

  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του κόλο, συνήθως χρησιμοποιείται στον πληθυντικό και σημαίνει πακέτα
    ※  Πλήρη αποτύπωση των φορτώσεων με όλα τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά όπως κόλα, όγκος, βάρος, τιμολογητέος όγκος, τιμολογητέο βάρος, τύπος εμπορευμάτων, εμπορεύματα κ.α. ([1])
    ※  Κόλα τύπου C μπορούν να μεταφέρονται αεροπορικώς μεταφέροντας ραδιενεργό υλικό σε ποσότητες που υπερβαίνουν είτε 3000A1 ή 100000A2, ανάλογα με το πιο είναι το μικρότερο για ειδικής μορφής ραδιενεργό υλικό, ή 3000A2 για όλα τα άλλα ραδιενεργά υλικά. (Οδηγία 96/49/ΕΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1996 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις σιδηροδρομικές μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων, Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 235 της 17/09/1996 σ. 0025 - 0030, L 294 31/10/1998 σ. 0001 - 0775 [2])

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία