↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κοσμοσύστημα τα κοσμοσυστήματα
      γενική του κοσμοσυστήματος των κοσμοσυστημάτων
    αιτιατική το κοσμοσύστημα τα κοσμοσυστήματα
     κλητική κοσμοσύστημα κοσμοσυστήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κοσμοσύστημα < κόσμος + -ο- + σύστημα, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική world-system

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κοσμοσύστημα ουδέτερο

  1. (κοινωνιολογία, ιστορία, οικονομία) το πολιτικοοικονομικό και κοινωνικό σύστημα που αφορά ένα ευρύ σύνολο κοινωνιών, που μπορεί να εκτείνεται και σε παγκόσμια κλίμακα, όπου δίνεται έμφαση στις συνολικές διαστάσεις των κοινωνικών και οικονομικών διεργασιών και όχι στις τοπικές ή εθνικές εκδοχές τους
    ※  Αποκαλούμε κοσμοσύστημα ένα ολοκληρωμένο συνεκτικά και λειτουργικά σύνολο κοινωνιών, με κοινές ορίζουσες και θεμέλια.
    Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (συλλογικό), «Εμείς» και οι «άλλοι»: αναφορά στις τάσεις και τα σύμβολα (Αθήνα: Τυπωθήτω, 1999, σ. 61).
  2. (κατ’ επέκταση) κάθε κοινωνικό σύνολο που μπορεί να θεωρηθεί, στην ιστορική του εξέλιξη, ως ένας ξεχωριστός «κόσμος», με ιδιαίτερα βασικά χαρακτηριστικά
    ※  Το ελληνικό κοσμοσύστημα διακρίνεται σε δύο περιόδους, την κρατοκεντρική και την οικουμενική. Και στις δύο βασικό θεμέλιο και πυρήνα αποτελεί η πόλη ως ανεξάρτητο κράτος στην πρώτη περίοδο και ως αυτόνομη πολιτεία ή κοινότητα στη δεύτερη περίοδο.
    Σωτηρία Τριαντάρη-Μαρά, Η συμβολή του ελληνικού πνεύματος στην εξάπλωση της ευρωπαϊκής ιδέας (Αθήνα: Εκδόσεις Σταμούλη, 2005), σ. 111.

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία