πτώσεις       ενικός      
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κοπροφάγος η κοπροφάγα
& κοπροφάγος
το κοπροφάγο
      γενική του κοπροφάγου της κοπροφάγας
& κοπροφάγου
του κοπροφάγου
    αιτιατική τον κοπροφάγο την κοπροφάγα
& κοπροφάγο
το κοπροφάγο
     κλητική κοπροφάγε κοπροφάγα
& κοπροφάγε
κοπροφάγο
 πτώσεις   πληθυντικός  
γένη  αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κοπροφάγοι οι κοπροφάγες
& κοπροφάγοι
τα κοπροφάγα
      γενική των κοπροφάγων των κοπροφάγων των κοπροφάγων
    αιτιατική τους κοπροφάγους τις κοπροφάγες
& κοπροφάγους
τα κοπροφάγα
     κλητική κοπροφάγοι κοπροφάγες
& κοπροφάγοι
κοπροφάγα
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «κερδοφόρος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία

κοπροφάγος

Μεταφράσεις

επεξεργασία