Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κελεμπία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
κελεμπί
α
οι
κελεμπί
ες
γενική
της
κελεμπί
ας
των
κελεμπι
ών
αιτιατική
την
κελεμπί
α
τις
κελεμπί
ες
κλητική
κελεμπί
α
κελεμπί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κελεμπία
<
(
άμεσο δάνειο
)
αραβική
جلباب
(
ǧilbạb
)
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ce.leˈbi.a
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
κε
‐
λε
‐
μπί
‐
α
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κελεμπία
θηλυκό
(
ενδυμασία
)
είδος
φαρδιού
και
μακριού
αραβικού
(
άσπρου
ή
γαλάζιου
)
ρούχου
(
κατ’ επέκταση
)
οποιοδήποτε
ρούχο
μοιάζει με
κελεμπία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κελεμπία
αγγλικά
:
jilbab
(en)
γαλλικά
:
gandoura
(fr)
ισπανικά
:
chilaba
(es)