Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
καταπράσινος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
καταπράσιν
ος
η
καταπράσιν
η
το
καταπράσιν
ο
γενική
του
καταπράσιν
ου
της
καταπράσιν
ης
του
καταπράσιν
ου
αιτιατική
τον
καταπράσιν
ο
την
καταπράσιν
η
το
καταπράσιν
ο
κλητική
καταπράσιν
ε
καταπράσιν
η
καταπράσιν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
καταπράσιν
οι
οι
καταπράσιν
ες
τα
καταπράσιν
α
γενική
των
καταπράσιν
ων
των
καταπράσιν
ων
των
καταπράσιν
ων
αιτιατική
τους
καταπράσιν
ους
τις
καταπράσιν
ες
τα
καταπράσιν
α
κλητική
καταπράσιν
οι
καταπράσιν
ες
καταπράσιν
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
καταπράσινος
<
κατα-
+
πράσινος
Επίθετο
επεξεργασία
καταπράσινος, -η, -ο
(
χωρίς παραθετικά
)
(
επιτατικό επίθετο
) πολύ
πράσινος
,
εντελώς
πράσινος
Συνώνυμα
επεξεργασία
ολοπράσινος
Συγγενικά
επεξεργασία
βαθυπράσινος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καταπράσινος
αγγλικά
:
verdant
(en)
τουρκικά
:
yemyeşil
(tr)