πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καγκελαρία οι καγκελαρίες
      γενική της καγκελαρίας των καγκελαριών
    αιτιατική την καγκελαρία τις καγκελαρίες
     κλητική καγκελαρία καγκελαρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

καγκελαρία θηλυκό

  1. τόπος κατοικίας του καγκελάριου
    παράδειγμα  H καγκελαρία βρίσκεται στην συνοικία Τιργκάρτεν
  2. η ιδιότητα του να είσαι καγκελάριος
    παράδειγμα  Ο Γκέρχαρντ Σρέντερ κατείχε την καγκελαρία για 7 χρόνια

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. καγκελαρία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.



Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία