↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ινοπυριτικός η ινοπυριτική το ινοπυριτικό
      γενική του ινοπυριτικού της ινοπυριτικής του ινοπυριτικού
    αιτιατική τον ινοπυριτικό την ινοπυριτική το ινοπυριτικό
     κλητική ινοπυριτικέ ινοπυριτική ινοπυριτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ινοπυριτικοί οι ινοπυριτικές τα ινοπυριτικά
      γενική των ινοπυριτικών των ινοπυριτικών των ινοπυριτικών
    αιτιατική τους ινοπυριτικούς τις ινοπυριτικές τα ινοπυριτικά
     κλητική ινοπυριτικοί ινοπυριτικές ινοπυριτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ινοπυριτικός < ίν(α) + -ο- + πυριτικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Επίθετο

επεξεργασία

ινοπυριτικός, -ή, -ό,

  • (ορυκτολογία) χαρακτηρισμός πυριτικών ορυκτών στα οποία η αναλογία οξυγόνου / πυριτίου είναι 3 (για τα μονής αλυσίδας) ή 2,75 (για τα διπλής αλυσίδας)
    ινοπυριτικά ορυκτά είναι οι Πυρόξενοι (απλής αλυσίδας) και οι Αμφίβολοι (διπλής αλυσίδας)
    ※  Διακρίνουμε έξι δομικές ομάδες πυριτικών: Νησοπυριτικά, Σωροπυριτικά, Κυκλοπυριτικά, Ινοπυριτικά (μονής και διπλής αλυσίδας), Φυλλοπυριτικά (Ηλίας Χατζηθεοδωρίδης, Πυριτικά Ορυκτά, Απρίλιος 2007, ΕΜΠ)
    ※  Ανάλογα με τον τρόπο σύνδεσης των πυριτικών τετραέδρων, τα πυριτικά ορυκτά χωρίζονται σε νησοπυριτικά ή ορθοπυριτικά, σωροπυριτικά, ινοπυριτικά (μονής και διπλής αλυσίδας), κυκλοπυριτικά, φυλλοπυριτικά και τεκτοπυριτικά (Στυλιανή Ανδρεοπούλου, Δομή, σύνθεση και ιδιότητες των αργιλικών ορυκτών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Προπτυχιακή Διπλωματική εργασία, Βόλος, 2018, σελ. 16 [1])


Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία