θεραπευτής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
θεραπευτής < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική θεραπευτής
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /θe.ɾa.peˈftis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : θε‐ρα‐πευ‐τής
Ουσιαστικό επεξεργασία
θεραπευτής αρσενικό (θηλυκό θεραπεύτρια)
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη θεραπεύω
Σύνθετα επεξεργασία
Αντίστροφο λεξικό του Βικιλεξικού:
Πατώντας εδώ θα δείτε όλες τις λέξεις του Βικιλεξικού που λήγουν σε «-θεραπευτής»
- λήγουν σε -θεραπευτής - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)
Μεταφράσεις επεξεργασία
θεραπευτής
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | θεραπευτής | οἱ | θεραπευταί |
γενική | τοῦ | θεραπευτοῦ | τῶν | θεραπευτῶν |
δοτική | τῷ | θεραπευτῇ | τοῖς | θεραπευταῖς |
αιτιατική | τὸν | θεραπευτήν | τοὺς | θεραπευτᾱ́ς |
κλητική ὦ! | θεραπευτᾰ́ | θεραπευταί | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | θεραπευτᾱ́ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | θεραπευταῖν | ||
1η κλίση, Κατηγορία 'ποιητής' όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Πηγές επεξεργασία
- θεραπευτής - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- θεραπευτής - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.