ηδύφθογγος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ηδύφθογγος < ελληνιστική κοινή ἡδύφθογγος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /iˈði.fθon.gos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐δύ‐φθογ‐γος
Επίθετο επεξεργασία
ηδύφθογγος, -η, -ο
- (λόγιο) που έχει γλυκιά φωνή, ο γλυκύφωνος
- ※ Μιας κι ήρθε η κουβέντα στην πρωθυπουργάρα μας, οφείλω να ομολογήσω πως, καίτοι μπερδεύει το «δρέπω» με το «θρέφω» και τρέφει διαρκώς αυταπάτες –για ν’ αφήσουμε κατά μέρος τις γλίσχρες επιδόσεις του στη γεωγραφία, την ιστορία, τα μαθηματικά και πλείστα όσα γνωστικά αντικείμενα–, είναι αδιαμφισβήτητα στωμύλος, ευφραδής και ηδύφθογγος.
- Δημήτρης Νανούρης, Χύδην μπρουτάλ, Εφημερίδα των Συντακτών, 10 Δεκεμβρίου 2018
- ※ Μιας κι ήρθε η κουβέντα στην πρωθυπουργάρα μας, οφείλω να ομολογήσω πως, καίτοι μπερδεύει το «δρέπω» με το «θρέφω» και τρέφει διαρκώς αυταπάτες –για ν’ αφήσουμε κατά μέρος τις γλίσχρες επιδόσεις του στη γεωγραφία, την ιστορία, τα μαθηματικά και πλείστα όσα γνωστικά αντικείμενα–, είναι αδιαμφισβήτητα στωμύλος, ευφραδής και ηδύφθογγος.
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ηδύφθογγος
→ δείτε τη λέξη γλυκύφωνος |
Πηγές επεξεργασία
- ηδύφθογγος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)