• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ηγεμόνας

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ηγεμόνας οι ηγεμόνες
      γενική του ηγεμόνα των ηγεμόνων
    αιτιατική τον ηγεμόνα τους ηγεμόνες
     κλητική ηγεμόνα ηγεμόνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ηγεμόνας < αρχαία ελληνική ἡγεμών < ἡγέομαι / ἡγοῦμαι < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *seh₂g-

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.ʝeˈmo.nas/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ηγεμόνας αρσενικό (θηλυκό: ηγεμονίδα)

  1. αυτός που κυβερνάει με απολυταρχικό τρόπο ένα ανεξάρτητο ή ημιαυτόνομο κράτος
  2. ο επικεφαλής μιας ηγεμονίας

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ηγεμόνευση
  • ηγεμονεύω
  • ηγεμονία
  • ηγεμονικά
  • ηγεμονικός
  • ηγεμονίσκος
  • ηγεμονισμός
  • → δείτε τη λέξη ηγούμαι

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ηγεμόνας
  • αγγλικά : sovereign (en), ruler (en)
  • γαλλικά : souverain (fr)
  • εσπεράντο : suvereno (eo)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ηγεμόνας&oldid=7109723"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 14:53

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 14:53.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας