Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιπλωμένος
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
πτώση
ενικός
ονομαστική
επιπλωμέν
ος
επιπλωμέν
η
επιπλωμέν
ο
γενική
επιπλωμέν
ου
επιπλωμέν
ης
επιπλωμέν
ου
αιτιατική
επιπλωμέν
ο
επιπλωμέν
η
επιπλωμέν
ο
κλητική
επιπλωμέν
ε
επιπλωμέν
η
επιπλωμέν
ο
πτώση
πληθυντικός
ονομαστική
επιπλωμέν
οι
επιπλωμέν
ες
επιπλωμέν
α
γενική
επιπλωμέν
ων
επιπλωμέν
ων
επιπλωμέν
ων
αιτιατική
επιπλωμέν
ους
επιπλωμέν
ες
επιπλωμέν
α
κλητική
επιπλωμέν
οι
επιπλωμέν
ες
επιπλωμέν
α
Ετυμολογία
Επεξεργασία
επιπλωμένος
: μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος
επιπλώνω
Μετοχή
Επεξεργασία
επιπλωμένος, -η, -ο
που έχει
επιπλωθεί
, που έχει
έπιπλα
Αντώνυμα
Επεξεργασία
ανεπίπλωτος
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
επιπλωμένος
αγγλικά
:
furnished
(en)
γαλλικά
:
meublé
(fr)