επιλυμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /e.pi.liˈme.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐πι‐λυ‐μέ‐νος
Μετοχή
επεξεργασία
επιλυμένος, -η, -ο
- μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος επιλύω