Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιλυμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Προφορά
1.2
Μετοχή
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
επιλυμέν
ος
η
επιλυμέν
η
το
επιλυμέν
ο
γενική
του
επιλυμέν
ου
της
επιλυμέν
ης
του
επιλυμέν
ου
αιτιατική
τον
επιλυμέν
ο
την
επιλυμέν
η
το
επιλυμέν
ο
κλητική
επιλυμέν
ε
επιλυμέν
η
επιλυμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
επιλυμέν
οι
οι
επιλυμέν
ες
τα
επιλυμέν
α
γενική
των
επιλυμέν
ων
των
επιλυμέν
ων
των
επιλυμέν
ων
αιτιατική
τους
επιλυμέν
ους
τις
επιλυμέν
ες
τα
επιλυμέν
α
κλητική
επιλυμέν
οι
επιλυμέν
ες
επιλυμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
e.pi.liˈme.nos
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
ε‐πι‐λυ‐μέ‐νος
Μετοχή
επεξεργασία
επιλυμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
επιλύω
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
επι-
&
λυμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επιλυμένος
αγγλικά
:
resolved
(en)