• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εξηκοντούτης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εξηκοντούτης οι εξηκοντούτηδες
      γενική του εξηκοντούτη των εξηκοντούτηδων
    αιτιατική τον εξηκοντούτη τους εξηκοντούτηδες
     κλητική εξηκοντούτη εξηκοντούτηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εξηκοντούτης < αρχαία ελληνική ἑξηκοντούτης

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εξηκοντούτης αρσενικό

  • που έχει ηλικία εξήντα ετών

Συγγενικά

επεξεργασία
  • εξηκονταετής
  • εξηντάρης
  • εξηντάχρονος

Συγγενικά

επεξεργασία

τριακοντούτης τεσσαρακοντούτης πεντηκοντούτης εξηκοντούτης εβδομηκοντούτης ογδοηκοντούτης ενενηκοντούτης εκατοντούτης

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εξηκοντούτης
  • γαλλικά : sexagénaire (fr)
  • ισπανικά : sexagenario (es)
  • πολωνικά : sześdziesięciolatek (pl)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εξηκοντούτης&oldid=5687380"
Τελευταία επεξεργασία στις 19 Μαΐου 2023, στις 16:36

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 19 Μαΐου 2023, στις 16:36.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας