ενσιροδιανομέας
(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενσιροδιανομέας αρσενικό
- μηχάνημα ή κατασκευή που χρησιμοποιείται για την ανάμειξη, μεταφορά και διανομή τροφής για σταβλισμένα ή άλλα ζώα
Μεταφράσεις
επεξεργασία ενσιροδιανομέας
|