• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εμποτισμός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Άλλες μορφές
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εμποτισμός οι εμποτισμοί
      γενική του εμποτισμού των εμποτισμών
    αιτιατική τον εμποτισμό τους εμποτισμούς
     κλητική εμποτισμέ εμποτισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εμποτισμός < εμποτισ- (εμποτίζω) + -μός < (εν-) εμ- + ποτίζω < αρχαία ελληνική ποτίζω < πότος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *peh₃- (πίνω)

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /em.bo.tiˈzmos/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εμποτισμός αρσενικό

  • (κυριολεκτικά) (μεταφορικά) η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του εμποτίζω

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • εμπότιση

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εμποτισμός
  • αγγλικά : impregnation (en), soak (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εμποτισμός&oldid=5470693"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 20:07

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 20:07.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας