Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο διεκδικητικός η διεκδικητική το διεκδικητικό
      γενική του διεκδικητικού της διεκδικητικής του διεκδικητικού
    αιτιατική τον διεκδικητικό τη διεκδικητική το διεκδικητικό
     κλητική διεκδικητικέ διεκδικητική διεκδικητικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι διεκδικητικοί οι διεκδικητικές τα διεκδικητικά
      γενική των διεκδικητικών των διεκδικητικών των διεκδικητικών
    αιτιατική τους διεκδικητικούς τις διεκδικητικές τα διεκδικητικά
     κλητική διεκδικητικοί διεκδικητικές διεκδικητικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

διεκδικητικός < διεκδικητής + -ικός

  Επίθετο επεξεργασία

διεκδικητικός

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία