• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

δημογέροντας

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Συγγενικά
      • 1.2.3 Συνώνυμα
      • 1.2.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δημογέροντας οι δημογέροντες
      γενική του δημογέροντα των δημογερόντων
    αιτιατική τον δημογέροντα τους δημογέροντες
     κλητική δημογέροντα δημογέροντες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
δημογέροντας < αρχαία ελληνική δημογέρων < δῆμος + γέρων

Ουσιαστικό

επεξεργασία

δημογέροντας αρσενικό

  • (πολιτική, ιστορία) ένας από τους ηγέτες των αυτοδιοικούμενων χριστιανικών κοινοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • δημογέρων

Συγγενικά

επεξεργασία
  • δημογεροντία
  • δημογεροντικός
  • → δείτε τις λέξεις δήμος και γέρος

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • κοτζάμπασης
  • πρόκριτος
  • προύχοντας

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    δημογέροντας
  • αγγλικά : demogeron (en), village elder (en), village mayor (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=δημογέροντας&oldid=7110409"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Μαΐου 2025, στις 15:52

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Malagasy
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Μαΐου 2025, στις 15:52.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας