Ουσιαστικό

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

elder (en)

Σημειώσεις

επεξεργασία
  1. χρησιμοποιείται μόνο σαν δηλωτικό· στις συγκρίσεις χρησιμοποιείται το older