Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δηζελοκίνητος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
δηζελοκίνητ
ος
η
δηζελοκίνητ
η
το
δηζελοκίνητ
ο
γενική
του
δηζελοκίνητ
ου
της
δηζελοκίνητ
ης
του
δηζελοκίνητ
ου
αιτιατική
τον
δηζελοκίνητ
ο
τη
δηζελοκίνητ
η
το
δηζελοκίνητ
ο
κλητική
δηζελοκίνητ
ε
δηζελοκίνητ
η
δηζελοκίνητ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
δηζελοκίνητ
οι
οι
δηζελοκίνητ
ες
τα
δηζελοκίνητ
α
γενική
των
δηζελοκίνητ
ων
των
δηζελοκίνητ
ων
των
δηζελοκίνητ
ων
αιτιατική
τους
δηζελοκίνητ
ους
τις
δηζελοκίνητ
ες
τα
δηζελοκίνητ
α
κλητική
δηζελοκίνητ
οι
δηζελοκίνητ
ες
δηζελοκίνητ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
δηζελοκίνητος
<
δήζελ
+
-ο-
+
-κίνητος
Επίθετο
επεξεργασία
δηζελοκίνητος
(
λόγιο
)
άλλη μορφή
του
ντιζελοκίνητος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
ντίζελ
και
κινώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δηζελοκίνητος
→
δείτε
τη λέξη
ντιζελοκίνητος