↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δεκάμηνος η δεκάμηνη το δεκάμηνο
      γενική του δεκάμηνου της δεκάμηνης του δεκάμηνου
    αιτιατική τον δεκάμηνο τη δεκάμηνη το δεκάμηνο
     κλητική δεκάμηνε δεκάμηνη δεκάμηνο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δεκάμηνοι οι δεκάμηνες τα δεκάμηνα
      γενική των δεκάμηνων των δεκάμηνων των δεκάμηνων
    αιτιατική τους δεκάμηνους τις δεκάμηνες τα δεκάμηνα
     κλητική δεκάμηνοι δεκάμηνες δεκάμηνα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δεκάμηνος < δεκά- + -μηνος

  Επίθετο

επεξεργασία

δεκάμηνος, -η, -ο

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

δίμηνος · τρίμηνος · τετράμηνος · πεντάμηνος · εξάμηνος · επτάμηνος / εφτάμηνος · οκτάμηνος / οχτάμηνος · εννιάμηνος · δεκάμηνος · εντεκάμηνος / ενδεκάμηνος · δωδεκάμηνος

  Μεταφράσεις

επεξεργασία