• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

γενέτειρα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γενέτειρα οι γενέτειρες
      γενική της γενέτειρας των γενετειρών
    αιτιατική τη γενέτειρα τις γενέτειρες
     κλητική γενέτειρα γενέτειρες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
γενέτειρα < (ελληνιστική κοινή) γενέτειρα < αρχαία ελληνική γενέτειρα, θηλυκό του γενετήρ, (η μητέρα αλλά και η γενέτειρα πόλη) < γίγνομαι

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γενέτειρα θηλυκό

  1. η πόλη όπου γεννήθηκε κάποιος, η ιδιαίτερη πατρίδα του
  2. (μαθηματικά)

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    γενέτειρα
  • αγγλικά : birthplace (en)
  • γαλλικά : lieu de naissance (fr) [1], génératrice (fr) [2]
  • γερμανικά : Geburtsort (de)
  • ρωσικά : место рождения (ru)
  • τουρκικά : doğum yeri (tr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=γενέτειρα&oldid=5565777"
Τελευταία επεξεργασία στις 6 Ιουνίου 2022, στις 21:16

Γλώσσες

    • Français
    • Slovenčina
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 6 Ιουνίου 2022, στις 21:16.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας