πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βερμούδα οι βερμούδες
      γενική της βερμούδας των βερμούδων
    αιτιατική τη βερμούδα τις βερμούδες
     κλητική βερμούδα βερμούδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ναυαγωσώστης που φοράει βερμούδα

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία