Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασκορβικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ασκορβικ
ός
η
ασκορβικ
ή
το
ασκορβικ
ό
γενική
του
ασκορβικ
ού
της
ασκορβικ
ής
του
ασκορβικ
ού
αιτιατική
τον
ασκορβικ
ό
την
ασκορβικ
ή
το
ασκορβικ
ό
κλητική
ασκορβικ
έ
ασκορβικ
ή
ασκορβικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ασκορβικ
οί
οι
ασκορβικ
ές
τα
ασκορβικ
ά
γενική
των
ασκορβικ
ών
των
ασκορβικ
ών
των
ασκορβικ
ών
αιτιατική
τους
ασκορβικ
ούς
τις
ασκορβικ
ές
τα
ασκορβικ
ά
κλητική
ασκορβικ
οί
ασκορβικ
ές
ασκορβικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ασκορβικός
<
αγγλική
ascorbic
<
a-
+
scorbutic
<
γαλλική
scorbut
<
υστερολατινική
scorbutus
Επίθετο
επεξεργασία
ασκορβικός
που έχει
σχέση
με το
ασκορβικό οξύ
(C
6
H
8
O
6
,
βιταμίνη
C) ή αναφέρεται σ’ αυτό
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
σκορβούτο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασκορβικός
αγγλικά
:
ascorbic
(en)