αρθρικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | αρθρικός | η | αρθρική | το | αρθρικό |
γενική | του | αρθρικού | της | αρθρικής | του | αρθρικού |
αιτιατική | τον | αρθρικό | την | αρθρική | το | αρθρικό |
κλητική | αρθρικέ | αρθρική | αρθρικό | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | αρθρικοί | οι | αρθρικές | τα | αρθρικά |
γενική | των | αρθρικών | των | αρθρικών | των | αρθρικών |
αιτιατική | τους | αρθρικούς | τις | αρθρικές | τα | αρθρικά |
κλητική | αρθρικοί | αρθρικές | αρθρικά | |||
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- αρθρικός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἀρθρικός. Μορφολογικά αναλύεται σε άρθρ(ο) (< αρχαία ελληνική ἄρθρον) + -ικός.
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /aɾ.θɾiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αρ‐θρι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίααρθρικός, -ή, -ό (χωρίς παραθετικά)
Συγγενικά
επεξεργασία- αρθριτικός & σύνθετα
- οστεοαρθρικός
- περιαρθρικός
→ και δείτε τη λέξη άρθρο
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- αρθρικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- αρθρικός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- αρθρικός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας