Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απόκεντρος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἀπόκεντρος
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Πολυλεκτικοί όροι
1.2.4
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
απόκεντρ
ος
η
απόκεντρ
η
το
απόκεντρ
ο
γενική
του
απόκεντρ
ου
της
απόκεντρ
ης
του
απόκεντρ
ου
αιτιατική
τον
απόκεντρ
ο
την
απόκεντρ
η
το
απόκεντρ
ο
κλητική
απόκεντρ
ε
απόκεντρ
η
απόκεντρ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
απόκεντρ
οι
οι
απόκεντρ
ες
τα
απόκεντρ
α
γενική
των
απόκεντρ
ων
των
απόκεντρ
ων
των
απόκεντρ
ων
αιτιατική
τους
απόκεντρ
ους
τις
απόκεντρ
ες
τα
απόκεντρ
α
κλητική
απόκεντρ
οι
απόκεντρ
ες
απόκεντρ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
απόκεντρος
< (
ελληνιστική κοινή
)
ἀπόκεντρος
Επίθετο
επεξεργασία
απόκεντρος, -η, -ο
που είναι
μακριά
από το
κέντρο
Συνώνυμα
επεξεργασία
απόμερος
παράμερος
Συγγενικά
επεξεργασία
απόκεντρα
→
δείτε
τις λέξεις
από
και
κέντρο
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
κέντρο
απόκεντρο
: για
περιοχή
που βρίσκεται σε
σχετικά
κεντρικό
σημείο
, αλλά είναι πιο ήσυχη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απόκεντρος
γερμανικά
:
abgelegen
(de)
,
entlegen
(de)